Το κειμήλιο
"Μαμά, θέλω το δαχτυλίδι της γιαγιάς. Θα μου το δώσεις; Μόνο για σήμερα. Μετά θα το βγάλω." Η φωνή της ικετευτική σχεδόν δεν άφησε περιθώρια στην κυρία Αρχοντία να της φέρει αντίρρηση. Άνοιξε αμέσως το μπορντό, βελούδινο κουτί με τις μεταλλικές λεπτομέρειες και ανέσυρε το χρυσό δαχτυλίδι με την γαλάζια πέτρα. Τα μάτια της Ιωάννας φωτίστηκαν και το αδιάφορο πρωινό έδειχνε να παίρνει μια άλλη τροπή, μια τροπή που ίσως κατάφερνε να την εκπλήξει στο τέλος ή τουλάχιστον να την ξυπνήσει από την ασυνήθιστη απάθεια που είχε απλωθεί μέσα της παντού.
Η μεγάλη, η σημαντική στιγμή έφτασε. Τα φώτα στη θέση τους, ο κόσμος το ίδιο, τα χαρτόνια με τις κόκκινες κορδέλες σε ένα τραπέζι κοντά στο πιάνο... Η Ιωάννα στέκεται ανάμεσα στους συναδέλφους της προσπαθώντας να συμμεριστεί τη χαρά τους. Μάταια. Καμία προσπάθεια δεν φαίνεται ικανή να την ταρακουνήσει από εκείνη την ανείπωτη αναισθησία. Κάποιος ανεβαίνει στο βήμα για να πει όμορφα στολισμένα λόγια. Έπειτα, άλλος ένας. Η Ιωάννα δεν ακούει. Νιώθει ένα βάρος στο αριστερό χέρι. Κοιτάζει το δαχτυλίδι. Θυμάται τη γιαγιά της, την οποία ίσα ίσα που είχε προλάβει να γνωρίσει μα είχε ακούσει τόσα και τόσα για κείνη. Την βλέπει να της χαμογελά ανάμεσα στο πλήθος σαν σε όραμα. Λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, συνέρχεται. Παρατηρεί τους ανθρώπους της στις θέσεις του αμφιθεάτρου. Ξαφνικά, η στιγμή γίνεται πράγματι σημαντική. Όχι γιατί η τελετή απέκτησε απρόσμενα βαρύτητα, αλλά γιατί ανέτειλε στο νου της μία σκέψη απ' αυτές που σε καθορίζουν.
"Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο από τα πρόσωπα εκείνων που αγαπάς. Τίποτα πιο σπουδαίο. Οι στιγμές είναι απλές, αδιάφορες κουκίδες πάνω στο χάρτη αν δεν μπορείς να τις μοιραστείς, αν δεν μπορείς να τις μετρήσεις σε αληθινά χαμόγελα, αν δεν μπορείς να τις ζήσεις μέσα σε ζεστές, τρελές αγκαλιές! Γιαγιά, ξέρω ότι μ' ακούς! Ξέρω ότι κι εσύ γι' αυτό και μόνον υπήρξες! Για να δίνεσαι στην αγάπη ακόμα κι αν πρέπει να την εφεύρεις από το μηδέν, ακόμα κι αν πρέπει να τα βάλεις με χίλιους δαιμόνους! "
Το κειμήλιο έμεινε στο δάχτυλο της Ιωάννας λίγες ώρες μόνο, μα η ενέργεια του κατόρθωσε το ακατόρθωτο. Ίσως πάλι να μην ήταν το δαχτυλίδι μαγικό, αλλά η ίδια η αγάπη, αυτή που κατοικεί μέσα μας, προσδιορίζοντας το χτύπο της ύπαρξής μας, αυτή που ουρλιάζει ενίοτε κι αυτή που σωπαίνει, αυτή που γεννιέται ξανά και ξανά και ξανά και για πάντα...
Ό, τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα. Ό, τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα" όπως έγραψε και ο Οδυσσέας Ελύτης.
Υ.Γ. Μην με ρωτήσετε αν η ιστορία είναι αληθινή! Είναι!